'Παράδοση είναι να δημιουργείς και μάλιστα εκ του μηδενός' Διονύσης Σαββόπουλος

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Το Τάλαντο

Αφιερωμένο στην Αντζελίνα Καλογεροπούλου

Όλοι γεννιόμαστε έχοντας  μαζί μας τουλάχιστον ένα τάλαντο, σύμφωνα και με την αγιογραφική παραβολή. Αυτό μεγαλώνοντας μπορούμε να το αυξήσουμε, να το μειώσουμε ή να το κρατήσουμε ίδιο. Εξαρτάται από μας, από τις συνθήκες, από ευτυχείς ή δυστυχείς συγκυρίες, την τύχη, τη θέληση και ένα σωρό άλλα.

Η δικιά μου η άποψη είναι ότι ένας από τους σκοπούς μιας ισορροπημένης ζωής είναι η παραγωγή πλούτου, να αυξήσουμε δηλαδή το τάλαντο που λέγαμε. Να παράγουμε πλούτο και να τον διαχέουμε στην κοινωνία. Ο πλούτος αυτός δεν είναι κατ’ ανάγκην υλικός, υπάρχει κι ο ψυχικός και ο πνευματικός πλούτος εξίσου απαραίτητοι και τις περισσότερες φορές πιο εύκολο να μοιραστούν στην κοινωνία, από τον υλικό.

Με ρωτούν συχνά, αν πραγματικά τα αποκαλύπτω όλα ή κρατάω μυστικά στα υλικά και στην παρασκευή των (λίγων) ξεχωριστών συνταγών, που έχω γράψει.

Τι νόημα θα είχε να το κάνω αυτό;

Αντίθετα είναι μεγάλη μου τιμή (μην πω κολοσσιαία), για μένα που γεννήθηκα στην Καρδίτσα και σπούδασα οικονομικά, αν κάποιος στην Κέρκυρα, στον Καναδά ή την Αυστραλία παρακινηθεί και φτιάξει το ‘πράσινο κέικ’ ή τη μαρμελάδα ‘black mojito’.

Αγαθή συγκυρία όταν τις εμπνεύστηκα, ας γίνουν κτήμα όποιου θα ήθελε, ας τις αλλάξει, ας εμπνευστεί κι αυτός από αυτή τη βάση, ας πάνε οι συνταγές παραπέρα, ας εξελιχθούν από άλλους καλύτερους και εμπειρότερους.

Δεν είναι πια κτήμα μου. Τις παρέδωσα στο internet και στο βιβλίο μου.

Ας τις οικειοποιηθεί όποιος θέλει. Είναι το δικό μου μικρό τάλαντο, που χαίρομαι και καμαρώνω που δεν είναι πια μόνο δικό μου.

‘ότι μοιράζεται αυξάνεται, ότι κρύβεται μικραίνει’

Μαρμελάδα ‘Black Mojito’ Αμανίτα




Υλικά
3 κιλά δαμάσκηνα Σκοπέλου, 1,65 κιλά μαύρη ζάχαρη, 3 lime, 5 κλωνάρια δυόσμου, 100 ml ρούμι

Παρασκευή
Κόβουμε τα δαμάσκηνα στη μέση και τους αφαιρούμε το κουκούτσι. Κόβουμε τα lime σε τέταρτα, μετά σε όγδοα ή ακόμη μικρότερα κομμάτια. Τα περνάμε στο multi, ώστε να κοπούν σε πολύ μικρά κομμάτια, χωρίς να λιώσουν, βάζοντας κάθε φορά δαμάσκηνα και lime μαζί. Βάζουμε στην κατσαρόλα, προσθέτουμε τη μαύρη ζάχαρη και το φρέσκο δυόσμο ψιλοκομμένο. Βράζουμε ξαφρίζουμε και δένουμε τη μαρμελάδα μας. Στο τέλος ρίχνουμε το ρούμι, ανακατεύουμε, δίνουμε μια βράση ακόμη και βάζουμε σε αποστειρωμένα βαζάκια.


Πράσινο κέικ Αμανίτα




 Υλικά
375 γρ. λιπαρή ύλη (βούτυρο, μαργαρίνη, λάδι ή μείγμα τους), 3 φλυτζάνια πράσινη ζάχαρη, 3 φλυτζάνια γάλα, 6 αυγά, αλεύρι που φουσκώνει μόνο του 500 γρ και λίγο ακόμη.

Παρασκευή
Φτιάχνουμε την πράσινη ζάχαρη βάζοντας στο μούλτι 1 φλ. Ζάχαρης και 40 φύλλα λουίζας. Βάζουμε τη ζάχαρη σε μεγάλο μπολ, προσθέτουμε τη λιπαρή ουσία ελαφρώς ζεστή και χτυπάμε με το μίξερ να αφρατέψει. Ρίχνουμε ένα -ένα τα αυγά και συνεχίζουμε το χτύπημα. Προσθέτουμε το γάλα, χτυπάμε να ομογενοποιηθεί και εδώ τελειώνει η δουλειά του μίξερ. Ρίχνουμε το αλεύρι και ανακατεύουμε με τα χέρια να απορροφηθεί και να γίνει ένα ομοιογενές μείγμα. Το βάζουμε σε φόρμες (εμείς χρησιμοποιούμε 2 μακρόστενες) και ψήνουμε στους 180ο για 50 λεπτά. Έτοιμο, πρασινοκίτρινο και αρωματικό.

Το κείμενο είναι αφιερωμένο στη φίλη food blogger (και όχι μόνο) Αντζελίνα Καλογεροπούλου, που μοιράζει απλόχερα το τάλαντό της μέσα από το blogg 'Two Minutes Angie', την αμέριστη στήριξή της σε παραγωγούς και καταστήματα που αξίζουν και τη συμμετοχή της σε κοινοτικές κουζίνες και φιλανθρωπικές δράσεις.





Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Μη δίνεις τόπο στην οργή

Σήμερα που διάβασα την ανάρτηση του Νίκου Δήμου με θέμα ‘Οργή και Χάος’ μου έγιναν ξεκάθαρα ορισμένα πράγματα, που θέλω να τα μοιραστώ μαζί σας.

Πρόσφατα πήγα με την κόρη μου σε γνωστή υπόγεια ταβέρνα του κέντρου της Αθήνας. Το μαγαζί αυτό αποτελεί για μένα ένα ζωντανό γαστρονομικό μνημείο της παλιάς Αθήνας. Ένα μνημείο που έχει να κάνει όχι μόνο με το φαγητό, αλλά και με την ατμόσφαιρα της παλιάς Αθήνα. Κάτι από το ‘πτωχό πλην τίμιο’ παρελθόν της.

Κατεβήκαμε καθίσαμε στο τραπέζι μας και περιμέναμε. Σχεδόν ταυτόχρονα με μας κατέβηκε και μια ομάδα 7-8 γυναικών από το Ισραήλ. Στον ξενώνα ΑΜΑΝΙΤΑ οι Ισραηλινοί είναι συχνοί μας πελάτες και έχω εντρυφήσει αρκετά στις συνήθειες και τα γούστα τους. Μας μοιάζουν αρκετά, είναι φιλέλληνες, τους αρέσει το φαγητό και είμαστε πολύ κοντά στις γαστρονομικές προτιμήσεις. Και βέβαια όπως κι εμείς είναι λίγο καχύποπτοι ως προς τις προθέσεις του εστιάτορα, ταβερνιάρη, ξενοδόχου, κλπ. Θέλουν, όπως και εμείς θέλουμε να δούμε για να πειστούμε.

Θέλαν λοιπόν οι άμοιρες κυρίες να δουν τη βιτρίνα με τα φαγητά.
Τι ήταν αυτό;

Ο καλόγαθος (στο μυαλό μου) ταβερνιάρης εξεμάνη!
‘Όχι όλες μαζί, μια – δυο μόνο να έλθουν, μα δεν ξέρουν πως λειτουργούμε;’ Μάλλον στο concept του μαγαζιού αναφερόταν.

Δεν το ξέραν οι κυρίες το concept του μαγαζιού και δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να το μάθουν. Με αυτή την οργίλη συμπεριφορά εξωθήθηκαν να ανέβουν τη σκάλα για κάπου αλλού. Μάλιστα η τελευταία ζήτησε από τον έξαλλο ταβερνιάρη συγνώμην σε άψογα Ελληνικά.

Ταράχτηκα. Σαν άνθρωπος του Τουρισμού στενοχωρήθηκα.
Το θεώρησα σαν άλλο ένα επεισόδιο χάσματος πολιτισμών (culture gap) ή έλλειψης κοινής γλώσσας.

Αυτές τις 2-3 ημέρες που μεσολάβησαν έφερα πολλές φορές το επεισόδιο στο μυαλό μου. Με βασάνιζε, χωρίς να ξέρω το γιατί.

Σήμερα, μετά την ανάγνωση της εξαιρετικής ανάρτησης του κ. Δήμου, το κατάλαβα.
Με ενόχλησε γιατί με αφορά προσωπικά!

Γιατί και εγώ οργίζομαι!

Οργίζομαι όταν δεν ξέρουν το concept του πρωινού, που προσφέρουμε και θέλουν να αλλάξουν τη σειρά του. Ναι οργίζομαι όταν μου ζητούν την ομελέτα πρώτα, ενώ εγώ τη φυλάω σαν επιστέγασμα του πρωινού μετά τις μικρές μπουκιές από λαχανικά και τοπικά προϊόντα.

Ναι οργίζομαι όταν μου ζητούν κορνφλέιξ. Μα δεν ξέρουν το concept; Προσφέρουμε αυστηρά farm to table πηλιορείτικο πρωινό.

Οργίζομαι όταν αφήνουν το πιάτο χωρίς να φάνε. Που δεν πίνουν ας πούμε το σφινάκι από το ζουμί των πικροράδικων. Μα πως δεν εκτιμούν αυτό που με τόσο κόπο φτιάξαμε;

Οργίζομαι όταν μου ζητούν έξτρα μερίδα. Μα δεν ξέρουν ότι φτιάχνουμε όσες μερίδες είναι οι φιλοξενούμενοί μας και θα λείψει από κάποιον άλλο;

Οργίζομαι … οργίζομαι και εξοργίζομαι. Νομίζω ότι ο κ. Δήμου εξηγεί πολύ καλά τους λόγους για τους οποίους σε αυτή τη χώρα δεν μπορεί παρά να είμαστε οργισμένοι. Συν οι προσωπικοί του καθενός μας.

Όμως εμείς δουλεύουμε στον Τουρισμό.

Τούτοι δω οι άνθρωποι, οι φιλοξενούμενοί μας μάς επέλεξαν για να επενδύσουμε με εικόνες, γεύσεις και αρώματα τις αναμνήσεις των διακοπών τους!
Χωράει η οργή εκεί μέσα σαν μια καλή ανάμνηση;

Ξέρει άραγε το concept που χω στο μυαλό μου αυτός ο ανέμελος θηρευτής εμπειριών;

Όμως έως εδώ με τις ανέξοδες ερωτήσεις. Πρέπει να περάσω σε δράση. Αφού δεν μπορώ να μην οργίζομαι, ας εξαλείψω τους λόγους της οργής. Όσους μπορώ.

Κατ’ αρχήν ας κάνω τους φιλοξενούμενους κοινωνούς του concept μας, με το καλημέρα. Θα φτιάξω ένα επεξηγηματικό κείμενο, που θα μπει στο site και στο έντυπο που βρίσκεται σε κάθε δωμάτιο να τον προετοιμάσω. Κυρίως όμως θα προβάρω ένα μικρό και περιεκτικό λογύδριο για να εκφωνώ (με την ανάλογη θεατρικότητα) ‘άμα τη εμφανίση’ στο πρώτο πρωινό.

Κατά δεύτερο, ας χαλαρώσω και λίγο. Δεν είναι και έγκλημα για αυτόν που είτε ξέρει είτε δεν ξέρει το concept, θέλει μια αλλαγή. Δεν με περιφρονεί που θέλει να φάει πρώτα μια ομελέτα ή δεν θέλει να δοκιμάσει κάτι που του φαίνεται αρκούντως ‘εξωτικό’ για τα γούστα του. Πόσο μάλλον δεν πρέπει να οργίζομαι που θέλει κι άλλο από αυτό που του άρεσε. Αφού φτιάχνω 2-3 παραπάνω μερίδες ….

Δεν χωράει η οργή στον τόπο αυτό, που ζει από την παροχή υπηρεσίας, από την προσφορά εμπειρίας. Όπως δεν ήταν καλή εμπειρία ο οργίλος ταβερνιάρης, έτσι δεν θέλω να με θυμούνται σαν τον άκαμπτο ξενοδόχο, που έπαιρνε τόσο σοβαρά τον εαυτό του, ώστε αρνούνταν να σερβίρει την ομελέτα πρώτη! Αν έχεις θεό! Αρνούνταν να σερβίρει την ομελέτα πρώτη για να μην χαλάσει το concept!!!!




Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

το βιβλίο, σαν αποτύπωμα μιας διαδρομής.



Έξη μήνες μετά την έκδοση του βιβλίου 'οι γαστρονομικές ανησυχίες ενός ξενοδόχου' και δεν μπόρεσα να γράψω πέντε λέξεις για το βιβλίο και την κυκλοφορία του, εδώ στο blog. Σε αυτό το blog, που ήταν το κύριο όχημα της καμπάνιας crowdfunding.
Δικαιολογίες πολλές. Από τη μια, μετά από απανωτές καθυστερήσεις το βιβλίο έφτασε στα χέρια μου 11 Ιουλίου, πάνω στην 'κάψα' της τουριστικής σεζόν, από την άλλη παρά τη χαρά μου, αισθανόμουν ταυτόχρονα ένα 'ξεφούσκωμα', μετά από ένα χρόνο συνεχούς προσπάθειας. Σε αυτό το χρόνο πίεσα και ταλαιπώρησα τον εαυτό μου, την οικογένειά μου, φίλους, κοντινούς μου ανθρώπους. Το βιβλίο ήταν το κυρίαρχο όλο αυτό το χρόνο. Με το που εκδόθηκε, αισθάνθηκα ανακούφιση αλλά και φόβο. Τώρα έπρεπε να περάσω ένα χρόνο προσπάθειας για να το προωθήσω. Να πιέσω τον εαυτό μου, την οικογένειά μου, φίλους, κοντινούς μου ανθρώπους.
Τις πρώτες μέρες είχα μεγάλη διάθεση να το κάνω. Σχεδίαζα παρουσιάσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλο. Μετά ..... καταλάγιασα. Έκανα τα τυπικά και απαραίτητα. Στείλαμε το βιβλίο σε όσους φίλους, γνωστούς και αγνώστους ανά την Ελλάδα και τον κόσμο μας στήριξαν οικονομικά μέσω της καμπάνιας crowdfunding. Στείλαμε το βιβλίο σε όσους μας στήριξαν μέσω της προβολής της καμπάνιας. Από τότε σποραδικά στέλνουμε το βιβλίο σε ανθρώπους που αγαπάμε και εκτιμούμε.
Το βιβλίο δεν πωλείται μέσα από τα επίσημα κανάλια, βιβλιοπωλεία, κλπ. Από τη γέννησή του είναι ένα βιβλίο οικογενειακό και χειροποίητο, έτσι και θα διατίθεται 'οικογενειακά και χειροποίητα'.



Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω για ακόμη μια φορά την Αγγέλα Ζαχαριάδη, χωρίς αυτή δεν θα υπήρχε το βιβλίο με τη σημερινή του μορφή, το Φίλιππο Χήρα, χωρίς αυτόν δεν θα υπήρχε η καμπάνια crowdfunding με την επιτυχημένη μορφή που έτρεξε, τους Στέφανο Ψημένο & Λέττα Τασούλα, χωρίς αυτούς δεν θα ήταν το βιβλίο τόσο καλοτυπωμένο.
Να ευχαριστήσω τους Ντέπυ Χιωτοπούλου, Μιχάλη Μιχαήλ, Μερόπη Κοκκίνη, Κική Τριανταφύλλη, Χριστόφορο Σεμέργελη, Χριστίνα Πουτέτση, Νενέλα Γεωργελέ, Αντζελίνα Καλογεροπούλου, και όσους άλλους φίλους, γνωστούς και αγνώστους είχαν την καλοσύνη να βοηθήσουν προβάλλοντας την καμπάνια από τα media και τα προσωπικά τους site και social media.

Για όποιον ενδιαφέρεται να πάρει το βιβλίο στα χέρια του ας δει το site.

ΥΓ. η όλη προσπάθεια σημαδεύτηκε από το θάνατο του πατέρα μου στις 19 Μαΐου. Εύχομαι σε όλους να ξεπεράσουμε τα 93 χρόνια στα οποία έφτασε και να έχουμε την ίδια αγάπη και λαχτάρα για φαγητό, που είχε μέχρι την τελευταία στιγμή.