Τσιτσίραβλα ή τσιτσίραφλα ή τσιτσίραβα. Πίσω από αυτές τις ιδιόμορφες λέξεις κρύβεται
μια πηλιορείτικη νοστιμιά.
Ξεκινάμε με λίγη εθνοβοτανολογία δηλ. τι είναι τσιτσίραβλα.
Όπως έχουμε ξαναπεί την περίοδο της μεγάλης φτώχειας στο
Πήλιο, οι κάτοικοι πειραματίστηκαν με τα κάθε είδους φυτά της πλούσιας
πηλιορείτικης χλωρίδας και ανέπτυξαν μια σειρά από συνταγές για την κατανάλωσή
τους. Το εντυπωσιακό είναι ότι παρότι τα ίδια φυτά φύονται σε όλη σχεδόν την
Ελλάδα, πουθενά αλλού δεν τρώγονται, ακόμη και σε εξίσου φτωχές περιοχές όπως η
Ήπειρος. Τα τσιτσίραβλα είναι μια τέτοια περίπτωση. Μιλάμε για τα νεαρά
βλαστάρια, του αρσενικού φυτού ενός είδους άγριας αυτοφυούς φιστικιάς (επιστ.
ονομασία Πιστακία η Τερέβινθος). Κάθε Απρίλιο οι Πηλιορείτες, σαν τα
αγριοκάτσικα κρεμιούνται στους γκρεμούς για να μαζέψουν τα βλαστάρια της.
Σκοπός η παρασκευή με άλμη ενός ονομαστού μεζέ, που ταιριάζει εντυπωσιακά με το
τσίπουρο.
Από την αρχή της επαφή μου με την περιοχή με εντυπωσίασαν τα
τσιτσίραβλα και θεωρώντας τα κορυφαίο παραδοσιακό πηλιορείτικο έδεσμα πρόσθεσα
τη συνταγή παρασκευής τους στο site
του ξενώνα (http://tinyurl.com/zbaxqza)
Όπως έλεγα και παλιότερα παράδοση τελικά είναι τι μαγειρεύει
ο καθένας σπίτι του και τι παραλλαγή συνταγής παρέλαβε από τις προηγούμενες
γενιές. Για αυτό θα σας παρουσιάσω σήμερα τα ‘τσιτσίραβλα της Ντέμης’, μια
παραλλαγή της βασικής συνταγής, όπως την υπέκλεψα σε μια συζήτησή μας. Τη θεωρώ
κορυφαία γευστικά και το αποτέλεσμα κατάλληλο να σερβιριστεί πάνω σε σκέτη
ντομάτα, δημιουργώντας μια απολαυστική πηλιορείτικη ντοματοσαλάτα.
Υλικά
Τσιτσίραβλα
Αλάτι, ξύδι.
Παρασκευή
Μαζεύουμε τα τσιτσίραβλα και τα καθαρίζουμε. Τα ρίχνουμε σε
νερό που βράζει και τα βράζουμε 10 λεπτά. Τα στραγγίζουμε και τα βάζουμε 12
ώρες σε άλμη. Τα ξαναστραγγίζουμε και τα βάζουμε 6 ώρες σε ξύδι. Κάνουμε το
τελικό στράγγισμα και τα τοποθετούμε σε γυάλινα βαζάκια. Προσθέτουμε ελαιόλαδο.
Μετά από 15 ημέρες είναι έτοιμα για κατανάλωση.
Μερικά επιστημονικά για την τσιτσιραβλιά : wikipedia
Μια ανάμνηση από το βαθύ παρελθόν: Νίσυρος δεκαετία του '80. Είχαμε κατασκηνώσει βράδυ σε ένα χωράφι δίπλα σε σπίτια, στους
Πάλους νομίζω. Το πρωί σκάσαμε μύτη έξω από τη σκηνή και είδα μια νησιώτισσα
κυρά να μας πλησιάζει. Η πρώτη σκέψη
ήταν ότι έρχεται να κάνει παράπονα για την εισβολή των μαλλιάδων δίπλα από την
αυλή της. Όμως έκπληξη! Ήλθε να μας καλωσορίσει και να μας φιλέψει ένα πρωινό
μεζεδάκι. Ήταν σύκα γεμιστά με 'αγραμίτια', 'οπως μας είπε.
Τα αγραμίτια ήταν οι καρποί της κοκορεβυθιάς, της θηλυκιάς αγριοφιστικιάς. Άλλος ένας μαγικός
αιγαιοπελαγίτικος μεζές της κουζίνας της ανάγκης. Έκτοτε η φτωχή αρχόντισσα κυρά μας υιοθέτησε, μας
έφερε και τα παστά τα χοιρινά, μας είπε και τους καημούς της, ανταλλάξαμε και
συνταγές. Αξέχαστη μου έμεινε η μορφή της και ο αυθόρμητος τρόπος που είχε να
προσφέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου